Αζαήλ

Αζαήλ
(9ος αι. π.Χ.). Βασιλιάς της Συρίας από ταπεινή οικογένεια, όπως πληροφορούν οι σφηνοειδείς επιγραφές. Πριν ανέβει στον θρόνο, ήταν στρατηγός του βασιλιά της Συρίας Βεναδάδ. Κάποτε ο Βεναδάδ αρρώστησε βαριά και έστειλε τον Α. στη Δαμασκό, να μάθει από τον προφήτη Ελισαίο αν θα ζήσει ή όχι. Ο προφήτης τον πληροφόρησε ότι ο βασιλιάς θα πεθάνει και θα τον διαδεχτεί αυτός ο ίδιος. Ο Α., όταν επέστρεψε, δολοφόνησε τον Βεναδάδ, κατέλαβε τον θρόνο και ο προφήτης Ηλιού τον έχρισε βασιλιά της Συρίας. Αργότερα, ο Α. πολέμησε εναντίον του βασιλιά του Ιούδα Ιωράμ και του βασιλιά του Ισραήλ Ιωάχαζ και τους νίκησε. Αποφάσισε τότε να καταλάβει και την Ιερουσαλήμ αλλά ο βασιλιάς του Ιούδα Ιωάλ τον δωροδόκησε και έτσι η πόλη διατήρησε την ανεξαρτησία της. Όπως πληροφορούν οι σφηνοειδείς επιγραφές, ο Α. κατατροπώθηκε από τον Σαλμανάσαρ Β’ το 842 π.Χ.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Αζαζέλ ή Αζαήλ — Βιβλικό πρόσωπο. Προσωποποίηση του πονηρού δαίμονα, που είναι αρχηγός κατά τη δαιμονολογία των Εβραίων, ορισμένης κατηγορίας δαιμόνων και κατοικεί στην έρημο. Κατά την εβραϊκή γιορτή του εξιλασμού προς αυτόν εξαπολυόταν ο αποδιοπομπαίος τράγος. Η …   Dictionary of Greek

  • Archon — For other uses, see Archon (disambiguation). Depiction from the east frieze of the Parthenon, of an assumed Archon Basileus, a remnant title of the Greek monarchy Archon (Gr. ἄρχων, pl. ἄρχοντες) is a Greek word that means ruler or lord ,… …   Wikipedia

  • Εβραίοι — Αρχαίος σημιτικός λαός από τη Χαλδαία, που εγκαταστάθηκε κατά τα τέλη της 2ης χιλιετίας π.Χ. στη Γη της Χαναάν. Η ονομασία του οφείλεται, κατά την παράδοση, στον Έβερ, απόγονο του Σημ, γιου του Νώε. Οι Ε. ονομάζονταν επίσης και Ισραηλίτες, όνομα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”